Το βιβλίο αυτό είναι μια κατάθεση ψυχής του συγγραφέα, ο οποίος μας αφηγείται την ζωή της μητέρας του ,που από την Κωνσταντινούπολη όπου έμεινε ορφανή μετά τους διωγμούς και τις σφαγές από τους Τούρκους, έφτασε μικρό κορίτσι στην Ελλάδα και κατάφερε να σπουδάσει και να ζήσει μία αξιοπρεπέστατη ζωή. Μέσα από τις διηγήσεις της αλλά και τα προσωπικά του βιώματα ο συγγραφέας γράφει ένα ιστορικό μυθιστόρημα καθώς αναφέρεται με εκτενή τρόπο στους Βαλκανικούς πολέμους,στην Κατοχή από τους Γερμανούς,και στον Εμφύλιο που κατασπάραξαν την πατρίδα μας.
Η Θεοδοσία μία δυναμική και αξιοθαύμαστη γυναίκα παλεύει με πολλές δυσκολίες σε όλες τις φάσεις της ζωής της και καταφέρνει να ορθοποδήσει και να μην το βάλει ποτέ κάτω.
Τα χτυπήματα της μοίρας την περικυκλώνουν από παντού και προσπαθεί να προσπεράσει όλους τους σκοπέλους και να ζήσει ήρεμα στα τελευταία χρόνια της ζωής της, γεμάτη από συμπόνοια και αγάπη για τον κόσμο.
Μάθημα για όλους εμάς , μα κυρίως για τους απογόνους της που θα τους συντροφεύει για πάντα και θα τους διδάσκει την υπομονή και την επιμονή , όπως και την αέναη πάλη για τα ιδανικά και τις αξίες της ζωής.
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
923. Ένα νεαρό κορίτσι στην Κωνσταντινούπολη, που είχε χάσει και τους δύο γονείς, παρασύρεται στην τρικυµία της ανταλλαγής µαζί µε τη µικρή αδερφή της. Καταλήγει σε προσφυγικό καταυλισµό έξω από τη Θεσσαλονίκη. Με αποφασιστικότητα δηµιουργεί νέα ζωή.
Διορίζεται δασκάλα στη Φλώρινα. Εκεί γνωρίζει και παντρεύεται έναν νεαρό δικηγόρο υψηλής κοινωνικής θέσης, από µια ιστορική και τραγική µακεδονική οικογένεια. Η ζωή της εκτείνεται µέσα σε έναν αιώνα πολέµου και ειρήνης. Συχνά η θέληση και η επιµονή θα την ανταµείψουν µε ευτυχία, η οποία όµως έρχεται και παρέρχεται. Δύο ισχυρές γυναίκες, ένας γοητευτικός και ακατάβλητος άνδρας και ένα έξυπνο αλλά ασθενικό παιδί.
Ο αναγνώστης θα ζήσει αυθεντικές εικόνες από ιστορικά γεγονότα που τείνουν να ξεχαστούν ― Βαλκανικοί Πόλεµοι, Μακεδονικός Αγώνας, ανταλλαγή πληθυσµών, κατοχικό δάνειο, Εµφύλιος Πόλεµος και τουρκική εισβολή στην Κύπρο.
Η Θεοδοσία είχε διάβασµα να κάνει, αλλά δεν είχαν µείνει άλλα κεριά· είχε κάψει το τελευταίο το προηγούµενο βράδυ. Ήταν δεκατριών ετών, είχε µόλις µπει στο παρθεναγωγείο και έπαιρνε τη µόρφωσή της στα σοβαρά.
Ήταν η µεγαλύτερη από τα τέσσερα αδέρφια, δύο αγόρια και δύο κορίτσια, που είχαν χάσει και τους δύο γονείς τους· αισθανόταν µια υπευθυνότητα που της έδινε δύναµη. Ούτως ή άλλως ήταν από τη φύση της επιµελής.
Ήταν περήφανη που πήγαινε σε ένα τόσο καλό ελληνικό σχολείο όπως το Ιωακείµειο Παρθεναγωγείο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου